Αυτό που μου κέντρισε την προσοχή είναι ο τίτλος της ομιλίας σας, και αναφέρεται στο «πολυτάραχο ταξίδι» του μεγάλου αυτού ομογενή ποιητή. Γιατί πολυτάραχο, κ. Βασιλακάκο;
"Προφανώς αναφέρομαι τόσο στην προσωπική του ζωή όσο και στην ποιητική του διαδρομή, οι οποίες κάθε άλλο παρά εύκολες υπήρξαν. Διότι αναγκάστηκε, για παράδειγμα, να εκπατριστεί το ’52, σε ηλικία 31 ετών, κυρίως για να αποφύγει τις διώξεις της τότε εποχής, λόγω των πολιτικών του φρονημάτων. Ο ξεριζωμός – μια ούτως ή άλλως επώδυνη εμπειρία – είναι ακόμη πιο τραυματική όταν διανύει κανείς την τρίτη δεκαετία της ζωής του, όπως ο Τσαλουμάς.
"Ο τελευταίος, ερχόμενος στην Αυστραλία, εντελώς αβοήθητος, έπρεπε να επιβιώσει, να προσαρμοστεί, να μάθει τη γλώσσα, να σπουδάσει, να εργαστεί, να κάνει οικογένεια και να τη ζήσει. Παράλληλα, σε κάποια στιγμή, να ικανοποιήσει και τις πνευματικές και δημιουργικές του ανησυχίες. Διότι φεύγοντας από την Ελλάδα είχε στο ενεργητικό του δύο δημοσιευμένες ποιητικές συλλογές – άσχετα αν τις αποκήρυξε αργότερα. Καθόλου εύκολη υπόθεση λοιπόν η επιστροφή του στην πνευματική ζωή, καθώς έπρεπε να ισορροπήσει σαν ακροβάτης πάνω σ’ ένα τεντωμένο σκοινί.
"Διχασμένος ανάμεσα σε δύο γλώσσες, δύο κουλτούρες – ουσιαστικά δύο ζωές. Γι’ αυτό έκανε χρόνια να επανέλθει στην ποίηση. Αλλά ακόμη κι όταν άρχισε να δημιουργεί – σχεδόν ασκητικά – το ποιητικό του έργο (στα ελληνικά) στη νέα του πατρίδα, συνέχισε να παραμένει στο περιθώριο. Ξεκομμένος και άγνωστος όχι μόνο από τον λογοτεχνικό χώρο της Αυστραλίας, αλλά και από αυτόν της ελληνικής παροικίας και, βέβαια, της Ελλάδας.
"Αυτό έως τις αρχές της δεκαετίας του ’80 όταν τον ανακάλυψαν, εντελώς συμπτωματικά (σε μια ποιητική βραδιά) ο ποιητής Tom Shapcott με τη σύζυγό του ποιήτρια Judith Rodriquez. Οι τελευταίοι, εκτιμώντας το ταλέντο του, τον βοήθησαν να εκδοθεί ως δίγλωσση συλλογή (ελληνικά-αγγλικά) το έργο του Το Παρατηρητήριο, με αποτέλεσμα να κερδίσει το επίζηλο λογοτεχνικό βραβείο Australia Book Council Award ως το καλύτερο βιβλίο της χρονιάς για το 1983. Πράγμα που άλλαξε την τύχη του ποιητή, βάζοντας ταυτόχρονα στο χάρτη την πολυπολιτισμική ποίηση και λογοτεχνία γενικότερα.Γιατί παρά τις πολλές και μεγάλες του διακρίσεις στην Αυστραλία παρέμεινε «άγνωστος» στο ελλαδικό κοινό;
Author and academic John Vasilakakos with Greek Australian poet Dimitris Tsaloumas Source: Supplied
"Στο εύλογο ερώτημά σας δεν υπάρχουν σίγουρες απαντήσεις, παρά μόνο εικασίες. Διατυπώνω εδώ ορισμένες απ’ αυτές:
"Πρώτον: Γενικά το ελλαδικό λογοτεχνικό κατεστημένο ουδέποτε υπήρξε συμπαθητικό απέναντι στους σκαπανείς της λογοτεχνίας – ιδιαίτερα τους ποιητές. Απεναντίας, θα λέγαμε ότι, με ελάχιστες εξαιρέσεις, η «μάφια των Αθηνών», για να θυμηθούμε τον χαρακτηρισμό του Ηλία Πετρόπουλου, στάθηκε αδιάφορο και ανάλγητο στους αγώνες, τις αγωνίες και τις θυσίες των λογοτεχνών – πολύ περισσότερο των αποδήμων.
"Δεύτερον: Δύο κρίσιμοι παράγοντες, αυτός της γεωγραφικής απόστασης αλλά και της ιδιοσυγκρασίας του Τσαλουμά, θεωρώ ότι στάθηκαν τροχοπέδη στην προβολή και διάδοση του έργου του στην Ελλάδα. Το γεγονός ότι ο Τσαλουμάς καταγόταν από ένα ακριτικό νησάκι των Δωδεκανήσων (τη Λέρο) και δεν είχε καθόλου σχέσεις με την ελληνική πρωτεύουσα (υπενθυμίζω ότι η πρώτη του ποιητική συλλογή Επιστολή στον ταξιδεμένο φίλο τυπώθηκε, ως αυτοέκδοση, στη Ρόδο το 1949) υπήρξε αναμφίβολα ανασχετικός παράγοντας.
"Η κατάσταση αυτή όμως επιδεινώνεται όταν ο ποιητής μεταναστεύει στη μακρινή Αυστραλία το 1952. Αυτό σημαίνει ότι την κρίσιμη περίοδο κατά την οποία παράγει το corpus του ποιητικού του έργου στα ελληνικά (1975-1982) δεν έχει καμία ευχέρεια πρόσβασης με το ελληνικό κέντρο. Έτσι, παραμένει αποκομμένος από τους λογοτεχνικούς κύκλους της Ελλάδας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την τύχη του ποιητικού του έργου.
"Αν τώρα σε όλα αυτά προσθέσουμε και τις ιδιορρυθμίες του ποιητή (την εσωστρέφεια, τον μονήρη χαρακτήρα του, την απέχθειά του για γνωριμίες, κοινωνικές και δημόσιες σχέσεις, κτλ) τότε η όλη κατάσταση καθίσταται ακόμη πιο προβληματική αναφορικά με την προβολή και διάδοση του έργου του. Πράγμα που αντανακλάται και στο γεγονός ότι κατά την περίοδο 1975-1982 (όπου αποτελεί το φόρτε της ελληνόγλωσσης ποιητικής του δραστηριότητας) μόνο 4 από τις 6 συλλογές του καταφέρνει να εκδώσει μέσω εκδοτικών οίκων. Οι υπόλοιπες είναι ιδιωτικές εκδόσεις.
Τρίτον: Ένας άλλος παράγοντας, θεωρώ ότι σχετίζεται άμεσα με την καθαυτή αξία του έργου του. Ορισμένοι σοβαροί ελλαδίτες ποιητές και κριτικοί που γνωρίζουν την ποίηση του Τσαλουμά είναι της άποψης – και το λένε κατηγορηματικά (αν και αποφεύγουν να το δημοσιεύσουν) - ότι το ποιητικό έργο του τελευταίου είναι, σε γενικές γραμμές, μέτριο. Αυτός είναι και ο λόγος – υποστηρίζουν – που ούτε έγινε γνωστό ούτε αναγνωρίστηκε στην Ελλάδα.
"Ωστόσο, αυτή η αρνητική στάση των τελευταίων οφείλει να προβληματίσει κάποτε τους όποιους σημερινούς και/ή μελλοντικούς μελετητές του Τσαλουμά (για το αν δηλαδή υπάρχει κάποια αλήθεια στην προβαλλόμενη επιχειρηματολογία τους, περί «μετριότητας», ή πρόκειται για καθαρά μεροληπτική στάση). Πολύ περισσότερο όταν και ορισμένοι ξένοι έχουν εκφράσει επιφυλάξεις. Ας ελπίσουμε ότι ο χρόνος θα διαλευκάνει αυτό το μυστήριο.
Τι γνώμη είχε για την ποίηση της νέας γενιάς των Ελληνοαυστραλών ποιητών;
"Δεν είχε καθόλου καλή άποψη, και συνήθιζε να τους σνομπάρει αγρίως. Ιδιαίτερα όταν απέκτησε φήμη και άρχισε να δρέπει λογοτεχνικές δάφνες. Αυτό το γνωρίζω από ιδιωτικές μας συζητήσεις στο σπίτι του. Άλλωστε το είχε εκφράσει και δημόσια σε συνέντευξή του που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό της Μελβούρνης Σκέψεις το 1989. Συγκεκριμένα, όταν ρωτήθηκε αν διέκρινε κάποιον αναδυόμενο ταλαντούχο ποιητή ή ποιήτρια, απάντησε κατηγορηματικά πως όχι!
Τι πιστεύετε ότι θα μείνει τελικά από τη ποιητική παρακαταθήκη που μας έχει κληροδοτήσει ο εκλιπών Δημήτρης Τσαλουμάς;
"Μια από τις μεγάλες παραδοξότητες της περίπτωσης Τσαλουμά είναι το γεγονός ότι παρά τα τόσα σημαντικά λογοτεχνικά βραβεία που του απενεμήθηκαν, δεν κατάφερε τελικά να μπει επίσημα στον «κανόνα» της αυστραλιανής λογοτεχνίας ως «μεγάλος» ποιητής.
"Ιστορικοί της λογοτεχνίας, όπως π.χ. ο Laurie Hergenhan στο βιβλίο του Literary History of Australia (Penguin 1988) συνεχίζουν να τον βλέπουν ως Έλληνα ποιητή, του οποίου η ποίηση «έχει παραμείνει γερά ριζωμένη στην ελληνική του γλώσσα, ιστορία και παραδόσεις, αν κι έφυγε από τη γενέθλια Λέρο του για την Αυστραλία το 1952», προσθέτοντας ότι μόνο «λίγα ποιήματά του ασχολούνται άμεσα με την Αυστραλία».
"Για να επανέλθω στην ερώτησή σας: Ειλικρινά δεν γνωρίζω τι επιφυλάσσει το μέλλον για το έργο του. Πάντως η μεγάλη αλήθεια είναι ότι ο Τσαλουμάς – χωρίς να παραγνωρίζεται καθόλου η αυθεντικότητα και όποια αξία του έργου του – υπήρξε αναμφίβολα προϊόν της εποχής του. Δηλαδή μιας εποχής (αναφέρομαι στη δεκαετία του ’80) κατά την οποία μεσουράνησε ο περίφημος «πολυπολιτισμός» στην Αυστραλία χάρη στην πολιτική της κυβέρνησης Γουίτλαμ.
"Σήμερα, 34 χρόνια αργότερα, μαζί με την εξασθένιση του πολυπολιτισμού, έχει παραγκωνισθεί αισθητά, αν όχι λησμονηθεί εντελώς, και η ποίηση του Τσαλουμά, η οποία δεν θεωρείται πλέον trendy όπως κάποτε. Απόδειξη των ισχυρισμών μου είναι και το ότι στις δημόσιες αυστραλιανές βιβλιοθήκες δεν υπάρχουν πλέον τα βιβλία του Τσαλουμά, ούτε κι επανεκδίδονται από αυστραλιανούς εκδοτικούς οίκους.
"Γεγονός πάντως παραμένει ότι με μία και μόνο συλλογή, αυτή η ιδιότυπη ελληνοαυστραλιανή ποιητική φωνή από το «περιθώριο», κατάφερε να βάλει στο χάρτη όχι μόνο την ελληνοαυστραλιανή, αλλά επίσης τη μεταναστευτική/πολυπολιτισμική ποίηση, εγκαινιάζοντας μια νέα εποχή στην αυστραλιανή λογοτεχνία, η οποία έως το 1983 ήταν κατ’ εξοχήν αγγλο-κελτική. Το ότι το έργο του αναγνωρίστηκε επίσημα από το δύστροπο λογοτεχνικό κατεστημένο της Αυστραλίας και, παράλληλα, αγκαλιάστηκε από το αυστραλιανό αναγνωστικό κοινό, κάθε άλλο παρά μικρό επίτευγμα είναι.