Με τον αριθμό των θανάτων από τον κορωνοϊό να αγγίζει πλέον σχεδόν τους 3.000 και τα κρούσματα να έχουν ξεπεράσει τα 88.000 με περισσότερες από 60 χώρες να επηρεάζονται, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έκρουσε εκ νέου τον κώδωνα του κινδύνου την Παρασκευή για το ενδεχόμενο πανδημίας.
Την ίδια στιγμή όμως, σύμφωνα με τους ειδικούς το ερώτημα για το πόσο θανατηφόρος είναι πραγματικά ο ιός COVID-19 παραμένει αναπάντητο.
Η αναλογία μεταξύ επιβεβαιωμένων κρουσμάτων σε σχέση με θανάτους «στέκεται» στο 3.4 τοις εκατό, αν και αρκετές μελέτες συμπεραίνουν ότι έως και δύο τρίτα των λοιμώξεων στην Κίνα – χώρα επίκεντρο του ιού – ενδέχεται να μην έχουν εντοπιστεί, κάτι που αν ισχύει σημαίνει ότι ο δείκτης θνησιμότητας είναι μικρότερος.
Πιο ξεκάθαρη διακρίνεται πάντως η εικόνα για τα χαρακτηριστικά των πληθυσμιακών ομάδων που διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο.
Σύμφωνα λοιπόν με πρώιμες στατιστικές, το ρίσκο είναι συγκριτικά πολύ υψηλότερο σε μεγαλύτερης ηλικίας άτομα με προϋπάρχουσες καρδιακές παθήσεις ή υπέρταση.
Πιο αναλυτικά, σε μελέτη που πραγματοποιήθηκε στην Κίνα και δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό China CDC Weekly, από ένα σύνολο 44.700 περιπτώσεων ασθένειας από τον ιό που επιβεβαιώθηκαν εργαστηριακά, σε ποσοστό μεγαλύτερο από 80 τοις εκατό επρόκειτο για άτομα άνω των 60.
ΣΧΕΤΙΚΟ ΑΡΘΡΟ & PODCAST
Πρώτος θάνατος από κορωνοϊό στην Αυστραλία
Μάλιστα, οι μισές περιπτώσεις αφορούσαν ασθενείς άνω των 70 ετών.
Αντίστοιχα αναδεικνύονται και τα αποτελέσματα σε άλλες χώρες, με τα πρώτα 12 κρούσματα που ανιχνεύθηκαν στην Ιταλία να αφορούν άτομα στην ηλικία των 80 περίπου με κανέναν κάτω από 60 χρονών και πολλούς εξ αυτών να αντιμετωπίζουν καρδιακά προβλήματα.
Στη μελέτη που πραγματοποιήθηκε στην Κίνα, η αναλογία μεταξύ ανδρών και γυναικών σε ρίσκο να αποβεί ο ιός θανατηφόρος διαπιστώθηκε ως 3 προς 2.
Το κατά πόσο όμως αυτό σχετίζεται με παράγοντες που καθιστούν τον ανδρικό πληθυσμό πιο ευάλωτο – όπως το γεγονός ότι η πλειοψηφία των ανδρών στην Κίνα καπνίζουν, ενώ οι περισσότερες γυναίκες όχι – ή βιολογικούς παράγοντες όπως ορμονικές διαφορές, παραμένει αβέβαιο.
Αξιοσημείωτη πάντως, στην εν λόγω μελέτη, είναι η σχεδόν απουσία κρουσμάτων σε παιδιά.
Η ηλικιακή κατηγορία 10 – 19 ετών εκπροσωπούσε μόλις το 1 τοις εκατό των περιπτώσεων, με μόνο έναν θάνατο καταγεγραμμένο, ενώ για παιδιά κάτω των 10 το ποσοστό κρουσμάτων ήταν ακόμη μικρότερο με κανέναν θάνατο.
Πρόκειται για κάτι που προκαλεί έκπληξη, επισημαίνουν επιδημιιολόγοι, δεδομένου ότι τα παιδιά τείνουν να είναι από τους πιο ευάλωτους πληθυσμούς σε σχεδόν όλες τις αναπνευστικές λοιμώξεις.
Μικρότερο ποσοστό λοιμώξεων σε νέους είχε παρατηρηθεί και με την έξαρση του SARS, που επίσης ανήκει στην οικογένεια των κορωνοϊών, μεταξύ 2002 και 2003.
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΗ
Ο Κορωνοϊός εξαπλώθηκε και στην Ελλάδα
Από τον SARS είχαν πεθάνει 774 άτομα, με 8.096 καταγεγραμμένα κρούσματα.
Ουσιαστικά, στον SARS η αναλογία θανάτων ήταν περίπου 1 στους 10 ασθενείς, με την αναλογία να θεωρούνταν μικρότερη αρχικά.
Στην περίπτωση του νέου κορωνοϊού COVID-19 όμως, όπως είπε η διευθύντρια στο Ινστιτούτο Doherty του Πανεπιστημίου Μελβούρνης, Sharon Lewin, μιλώντας σε αυστραλιανά ΜΜΕ, «επί του παρόντος, δεν έχουμε αντίληψη του πραγματικού δείκτη θνησιμότητας».
Όπως μετέφερε η κ. Lewin, οι τωρινές τους εκτιμήσεις κάνουν λόγο για περίπου δύο τοις εκατό θνησιμότητα, ποσοστό που όμως δεν αποκλείεται να διαφανεί μικρότερο, σε αντίθεση με αυτό που είχε συμβεί με τον SARS.